Γιατί φτύνουμε το περιβάλλον;
Η Κυριακή (5/6/2016) «τιμάται» ως η «Παγκόσμια Ημέρα Περιβάλλοντος». Αν κοιτάξουμε τις πόλεις μας στο Νομό Πέλλας θα δούμε ότι το πράσινο δεν περισσεύει. Κυριαρχεί το τσιμέντο, όπως και στις μεγαλύτερες αστικές πόλεις, όπως και στις δύο μεγαλύτερες πόλεις της χώρας. Καλά, δεν θα συγκρίνουμε την Έδεσσα, που έχει δίπλα της τους Καταρράκτες, με τα Γιαννιτσά, που το Φιλίππειο μόνο ανάσα δροσιάς δεν μπορεί να χαρακτηριστεί. Δεν θα συγκρίνουμε την μέση του κάμπου με την Σκύδρα, απέναντι στην κατάφυτη γύρω γύρω Αριδαία. Σκεφτείτε όμως ότι ο Λουδίας χρειάζεται καθαρισμό συνέχεια. Σκεφτείτε ότι τόσα χρόνια (νιός ήμουν και γέρασα) υπάρχει η μολυσματική για γενιές ολόκληρες Τάφρος 66. Σκεφτείτε επίσης πόσο πράσινο λείπει εντός των πόλεων και το καλοκαίρι χρειαζόμαστε φουλ κλιματιστικά για να δροσιστούμε.
Και από την άλλη πλευρά του θέματος, πόσο νοιαζόμαστε για τα βουνά και τα λαγκάδια μας, εμείς, οι κάτοικοι της Πέλλας, για το περιβάλλον δίπλα μας; Πόσο σέβεται ο Γιαννιτσώτης, για παράδειγμα, το Ελευθεροχώρι, εκεί το κοντινό σημείο όπου βρίσκονται οι κεραίες, στο φιλόξενο κιόσκι που έκτισαν οι κυνηγοί; Όταν το σκουπίδι πάει σύννεφο κάθε φορά που κάποιοι επισκέπτονται τον χώρο, ο σεβασμός είναι μακράν του όποιου πολιτιστικού επιπέδου, της όποιας νοοτροπίας που θα έπρεπε να υπάρχει περί «προστασίας περιβάλλοντος», αφού του αφήνουμε κάνα-δυο κάσες μπίρες και ότι περισσεύει από πλαστικά πιάτα από τη λαδόκολλα που κουβαλήθηκε.
Το περιβάλλον λοιπόν είναι -επιτρέψτε μας την έκφραση- φτυσμένο, σ’ έναν Νομό που ακόμη υπάρχει η Τάφρος 66, που ακόμη είναι αμφίβολη η όποια λειτουργία των Βιολογικών Καθαρισμών, που το παιδάκι αφήνεται από τον γονιό να πετάει το πατατάκι όπου βρει στη φύση, ενώ επιλέχτηκε βόλτα σ’ αυτήν. Έρχομαι σε βλέπω για να μου κάνεις καλό, αλλά σε βρωμίζω. Τόσο απλά, τόσο «ουγκαντά». Μέχρι και οι Αφρικάνοι σέβονται τη φύση γιατί ζουν απ’ αυτήν.
Είναι ένα κομμάτι, ένα «δείγμα» για να βάλουμε στο συνολικό «γιατί» έχουμε φτάσει σήμερα σ’ αυτήν την κατάσταση της πτώσης των αξιών (και μας τούμπαραν δανειστές και Μνημόνια πιο εύκολα). Αδιόρθωτοι όμως, συνεχίζουμε να χορεύουμε τον χορό του καρβουνιάρη. Μόνο που από κάτω μας, αντί για κάρβουνα όπως στην παράδοση, πατάμε τα σκουπίδια που αφήνουμε, πατάμε το ίδιο το περιβάλλον που θα έπρεπε να το νιώθουμε ως πραγματικά «Μητέρα». Είναι περίπου, σαν να υβρίζουμε την ίδια μας τη μάνα.
Σκεφτείτε το, δεν είναι;
Η Κυριακή (5/6/2016) «τιμάται» ως η «Παγκόσμια Ημέρα Περιβάλλοντος». Αν κοιτάξουμε τις πόλεις μας στο Νομό Πέλλας θα δούμε ότι το πράσινο δεν περισσεύει. Κυριαρχεί το τσιμέντο, όπως και στις μεγαλύτερες αστικές πόλεις, όπως και στις δύο μεγαλύτερες πόλεις της χώρας. Καλά, δεν θα συγκρίνουμε την Έδεσσα, που έχει δίπλα της τους Καταρράκτες, με τα Γιαννιτσά, που το Φιλίππειο μόνο ανάσα δροσιάς δεν μπορεί να χαρακτηριστεί. Δεν θα συγκρίνουμε την μέση του κάμπου με την Σκύδρα, απέναντι στην κατάφυτη γύρω γύρω Αριδαία. Σκεφτείτε όμως ότι ο Λουδίας χρειάζεται καθαρισμό συνέχεια. Σκεφτείτε ότι τόσα χρόνια (νιός ήμουν και γέρασα) υπάρχει η μολυσματική για γενιές ολόκληρες Τάφρος 66. Σκεφτείτε επίσης πόσο πράσινο λείπει εντός των πόλεων και το καλοκαίρι χρειαζόμαστε φουλ κλιματιστικά για να δροσιστούμε.
Και από την άλλη πλευρά του θέματος, πόσο νοιαζόμαστε για τα βουνά και τα λαγκάδια μας, εμείς, οι κάτοικοι της Πέλλας, για το περιβάλλον δίπλα μας; Πόσο σέβεται ο Γιαννιτσώτης, για παράδειγμα, το Ελευθεροχώρι, εκεί το κοντινό σημείο όπου βρίσκονται οι κεραίες, στο φιλόξενο κιόσκι που έκτισαν οι κυνηγοί; Όταν το σκουπίδι πάει σύννεφο κάθε φορά που κάποιοι επισκέπτονται τον χώρο, ο σεβασμός είναι μακράν του όποιου πολιτιστικού επιπέδου, της όποιας νοοτροπίας που θα έπρεπε να υπάρχει περί «προστασίας περιβάλλοντος», αφού του αφήνουμε κάνα-δυο κάσες μπίρες και ότι περισσεύει από πλαστικά πιάτα από τη λαδόκολλα που κουβαλήθηκε.
Το περιβάλλον λοιπόν είναι -επιτρέψτε μας την έκφραση- φτυσμένο, σ’ έναν Νομό που ακόμη υπάρχει η Τάφρος 66, που ακόμη είναι αμφίβολη η όποια λειτουργία των Βιολογικών Καθαρισμών, που το παιδάκι αφήνεται από τον γονιό να πετάει το πατατάκι όπου βρει στη φύση, ενώ επιλέχτηκε βόλτα σ’ αυτήν. Έρχομαι σε βλέπω για να μου κάνεις καλό, αλλά σε βρωμίζω. Τόσο απλά, τόσο «ουγκαντά». Μέχρι και οι Αφρικάνοι σέβονται τη φύση γιατί ζουν απ’ αυτήν.
Είναι ένα κομμάτι, ένα «δείγμα» για να βάλουμε στο συνολικό «γιατί» έχουμε φτάσει σήμερα σ’ αυτήν την κατάσταση της πτώσης των αξιών (και μας τούμπαραν δανειστές και Μνημόνια πιο εύκολα). Αδιόρθωτοι όμως, συνεχίζουμε να χορεύουμε τον χορό του καρβουνιάρη. Μόνο που από κάτω μας, αντί για κάρβουνα όπως στην παράδοση, πατάμε τα σκουπίδια που αφήνουμε, πατάμε το ίδιο το περιβάλλον που θα έπρεπε να το νιώθουμε ως πραγματικά «Μητέρα». Είναι περίπου, σαν να υβρίζουμε την ίδια μας τη μάνα.
Σκεφτείτε το, δεν είναι;
Ν.Π.
Προηγούμενο άρθρο
Επόμενο άρθρο