«Βρεθήκαμε μπροστά στο δίλημμα επιλογής της άτακτης χρεοκοπίας, του σχεδίου Σόιμπλε, ή της σύναψης μίας νέας συμφωνίας. Προφανώς δεν μπορούμε να προβλέψουμε επακριβώς το ποιο θα ήταν το μέλλον της χώρας στις δύο πρώτες περιπτώσεις, οι υποθέσεις όμως που μπορούμε και κάνουμε μόνο ευχάριστες δεν είναι». Αυτό τονίζει μεταξύ άλλων ο Συντονιστής Οργάνωσης Μελών ΣΥΡΙΖΑ Πέλλας (Γιαννιτσών) Κώστας Μπαλτζής, σε συνέντευξη του στο «Πέλλα24», με κυρίαρχη αιτία τον ένα (1) χρόνο διακυβέρνησης της αριστεράς.
«Με ύστατο διαπραγματευτικό μας όπλο το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος της 5ης Ιουλίου καταλήξαμε τελικά σε μία συμφωνία βελτιωμένη συγκριτικά με την πρόταση Γιούνκερ, μία συμφωνία καλύτερη από το πρώτο και το δεύτερο μνημόνιο», σημειώνει ο κ. Μπαλτζής, μιλώντας πραγματικά εφ’ όλης της ύλης και απαντώντας σε επτά (7) κρίσιμα ερωτήματα για την πολιτική και τον τόπο μας.
Ένας χρόνος ΣΥΡΙΖΑ κ. Μπαλτζή. Ένα μήνυμα επ’ αυτού θα ήθελα, διότι η παρουσία ενός αριστερού κόμματος στην Κυβέρνηση κάτι σηματοδοτεί εξ αρχής.
Θα ήθελα με την ευκαιρία της παρούσας συνέντευξης να σας ευχαριστήσω για την ευκαιρία που μου παρέχεται για να τοποθετηθώ και να απαντήσω σε καίρια ζητήματα και ερωτήματα που αφορούν τους συμπολίτες μας. Σχετικά τώρα με το ερώτημα σας. Η παρουσία ενός αριστερού κόμματος στην Κυβέρνηση δεν σηματοδοτεί απλά κάτι, σηματοδοτεί πολλά, τόσο για την Ελλάδα όσο και για την Ευρώπη όπως πλέον έχει αρχίσει να καθίσταται προφανές. Σηματοδοτεί την εναντίωση του κόσμου στις πολιτικές της λιτότητας, στην έλλειψη δημοκρατίας, ισότητας, ισονομίας, στη διόγκωση της διαφθοράς και της αναξιοκρατίας. Σηματοδοτεί την αντίδραση του ελληνικού λαού στον άκρατο νεοφιλελευθερισμό και τον ακραιφνή μονεταρισμό των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και των οικονομικών funds. Σηματοδοτεί την ελπίδα των Ελλήνων για ένα καλύτερο αύριο, για ένα ευοίωνο μέλλον που μία αριστερή πολιτική προσέγγιση μπορεί να προσφέρει. Ένας χρόνος ΣΥΡΙΖΑ με αγώνες, διεκδικήσεις και επιτυχίες, οι τελευταίες όχι βέβαια στον επιθυμητό βαθμό, οφείλουμε να παραδεχτούμε, αλλά δυστυχώς και με επιβεβλημένες εκ των συνθηκών αναπόφευκτες υπαναχωρήσεις.
Όσον αφορά το «πρώτη φορά αριστερά», με την επιλογή όμως ενός ακόμη μνημονίου για την διακυβέρνηση της χώρας, μια συνέχεια της πολιτικής των προηγούμενων δηλαδή, φέρει πλέον πολλές αντιφάσεις στον κόσμο. Νομίζω ότι το έχετε αντιληφθεί…
κ. Παπαδόπουλε, δεν εθελοτυφλώ, ούτε σκοπεύω να ωραιοποιήσω καταστάσεις. Πριν απαντήσω στο ερώτημα σας όμως επιτρέψτε μου μία σύντομη αναδρομή στο πρόσφατο παρελθόν. Ανατρέχοντας στους πρώτους μήνες της διακυβέρνησης της χώρας από την συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ έρχονται αμέσως οι εικόνες της σκληρής και πρωτόγνωρης, για τα Ευρωπαϊκά – και όχι μόνο – δεδομένα, διαπραγματευτικής στάσης της Ελληνικής Κυβέρνησης. Μίας διαπραγμάτευσης η οποία με αποκλειστικό γνώμονα το συμφέρον του Ελληνικού λαού και τις δεσμεύσεις μας απέναντι του, μας έφερε αντιμέτωπους με το σκληρό και φαινομενικά αρραγές, εκείνη την εποχή, νεοφιλελεύθερο μπλοκ. Οι εξελίξεις γνωστές σε όλους. Βρεθήκαμε μπροστά στο δίλημμα επιλογής της άτακτης χρεοκοπίας, του σχεδίου Σόιμπλε, ή της σύναψης μίας νέας συμφωνίας. Προφανώς δεν μπορούμε να προβλέψουμε επακριβώς το ποιο θα ήταν το μέλλον της χώρας στις δύο πρώτες περιπτώσεις, οι υποθέσεις όμως που μπορούμε και κάνουμε μόνο ευχάριστες δεν είναι. Με ύστατο διαπραγματευτικό μας όπλο το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος της 5ης Ιουλίου καταλήξαμε τελικά σε μία συμφωνία βελτιωμένη συγκριτικά με την πρόταση Γιούνκερ, μία συμφωνία καλύτερη από το πρώτο και το δεύτερο μνημόνιο, μία συμφωνία με στόχευση την απομείωση του χρέους, την πρόβλεψη εφαρμογής παράλληλων μέτρων για την ελάφρυνση των συμπολιτών μας με ιδιαίτερη έμφαση στα αδύναμα κοινωνικά στρώματα, τη χρηματοδότηση επενδύσεων, και τελικά την έξοδο μας από την κρίση και την είσοδο μας στο δρόμο της ανάπτυξης. Μία συμφωνία που όμως συμπεριλάμβανε και τη λήψη σειράς μέτρων τα οποία από την πρώτη στιγμή δεν κρύψαμε ότι είναι επώδυνα και δε συνάδουν με τις θέσεις και αρχές μας. Απουσία όμως ρεαλιστικών και υλοποιήσιμων εναλλακτικών επιλογών, αφεθήκαμε στην κρίση του Ελληνικού λαού δεσμευόμενοι παράλληλα για την υλοποίηση της συμφωνίας που υπογράψαμε. Ενός λαού που συνειδητοποιώντας τις διαμορφωθείσες συνθήκες και ταυτόχρονα κατανοώντας τόσο τις ειλικρινείς διαθέσεις μας όσο τις δυνατότητες της πολιτικής μας για επίτευξη των επιθυμητών στόχων, μας εμπιστεύτηκε στις εκλογές της 20ης του Σεπτέμβρη.
Να προχωρήσω τώρα στην ουσία του ερωτήματος σας. Θα συμφωνήσω ότι ο κόσμος είναι προβληματισμένος έχοντας όμως πλέον κατανοήσει απόλυτα τις δυσκολίες που υπάρχουν και τους σκοπέλους που πρέπει να υπερκεραστούν. Τα δε μηνύματα που λαμβάνω είναι ποικιλόμορφα. Απολύτως αναμενόμενη η ύπαρξη συγκεκριμένων αντιδράσεων σε μέτρα τα οποία υποχρεωνόμαστε να πάρουμε στα πλαίσια της υπογραφείσας συμφωνίας. Ταυτόχρονα όμως υπάρχει και στήριξη του έργου μας, στήριξη η οποία ενδυναμώνεται σε κάθε περίπτωση θετικής έκβασης των προσπαθειών μας. Χωρίς να μακρηγορήσω, η ευνοϊκότερη του αρχικά αναμενομένου έκβαση της διαδικασίας της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, τα αποτελέσματα της διαπραγμάτευσης για τα κόκκινα στεγαστικά δάνεια, οι μέχρι τώρα προσπάθειες μας για την πάταξη της διαφθοράς και της φοροδιαφυγής αποτελούν χαρακτηριστικές περιπτώσεις. Η προσωπική μου εκτίμηση είναι ότι ο κόσμος τηρεί μία επιφυλακτική στάση αναμονής. Σε κάθε βήμα της η Κυβέρνηση κρίνεται, και κρίνεται εκ του αποτελέσματος. Θα συμφωνήσω μαζί σας, έρχονται στιγμές που μερίδα του κόσμου αισθάνεται την πολιτική μας ως συνέχεια των προηγουμένων. Βλέπει όμως και τις αισθητές διαφορές της παρούσας πολιτικής, διαφορές που εστιάζονται στις προσπάθειες για ταξική και υπέρ των αδυνάτων μεροληψία, για εγκαθίδρυση ενός κράτους δικαίου απαλλαγμένο από τις παθογένειες του παρελθόντος, για πάταξη της διαφθοράς και της ασυδοσίας, για ισότητα, ισονομία και πραγματική δημοκρατία. Δυστυχώς, και ολοκληρώνω την απάντηση μου, στην προσπάθεια μας αυτή έχουμε ως αντίπαλο μας σημαντική μερίδα των ΜΜΕ τα οποία ως φερέφωνα του πελατειακού καθεστώτος των προηγουμένων δεκαετιών έχουν επιδοθεί από την πρώτη στιγμή ανόδου του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία σε έναν καθημερινό, ανηλεή και ανίερο πόλεμο προπαγάνδας και παραπληροφόρησης.
Το θέμα που κυριαρχεί αυτό το διάστημα είναι το ασφαλιστικό. Γύρω γύρω όλοι και στη μέση ο αρμόδιος Υπουργός κ. Κατρούγκαλος ένα πράγμα…
Ας μιλήσουμε με ειλικρίνεια. Γνωρίζουμε πολύ καλά το ποιοι και γιατί επί σειρά δεκαετιών απομυζούσαν τους κόπους του Ελληνικού λαού οδηγώντας με μαθηματική ακρίβεια το ασφαλιστικό σύστημα στην κατάρρευση του. Γνωρίζουμε πολύ καλά το ποιοι και γιατί όχι μόνο μας οδήγησαν στην σημερινή κατάσταση αλλά ούτε καν τόλμησαν να διερευνήσουν εκείνες τις επιλογές και τις εναλλακτικές λύσεις που θα διασφάλιζαν τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού. Ας μην παραβλέψουμε επίσης το ότι το ασφαλιστικό ζήτημα είναι μία βραδυφλεγής βόμβα όχι μόνο για τη χώρα μας αλλά και για τη συντριπτική πλειοψηφία των κρατών του Δυτικού κόσμου, βόμβα την οποία συγκεκριμένες πολιτικές αντιλήψεις, θεωρήσεις και πρακτικές έχουν δημιουργήσει. Αυτό που επιχειρεί σήμερα η Κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και ο κ. Κατρούγκαλος δεν είναι τίποτε άλλο παρά μία μεταρρύθμιση που θα διασφαλίσει ένα βιώσιμο ασφαλιστικό σύστημα με επιπλέον στόχευση την κοινωνική δικαιοσύνη και την προστασία των πλέον αδύναμων οικονομικά στρωμάτων. Χρήζει ιδιαίτερης αναφοράς βέβαια όχι μόνο το μένος των επιθέσεων σε βάρος των προτάσεων του Γιώργου Κατρούγκαλου και κατ’ επέκταση της Ελληνικής Κυβέρνησης, αλλά και η παντελής, επί του παρόντος τουλάχιστον, απουσία από τα κόμματα της αντιπολίτευσης εποικοδομητικών, ρεαλιστικών και υλοποιήσιμων προτάσεων. Είναι απόλυτα κατανοητό ότι η κύρια ευθύνη λήψης των όποιων μέτρων επαφίεται στην Κυβέρνηση. Δεν είναι όμως καθόλου κατανοητή η μονόπλευρη και αποδομητική στάση της αντιπολίτευσης σε ένα ζήτημα το οποίο θα επηρεάσει τις επόμενες γενιές.
Θα ήθελα ένα σχόλιο για το «παράλληλο πρόγραμμα», που πήρε πίσω η Κυβέρνηση. Καλώς υπήρξε, αλλά όπως λένε κάποιοι «ήταν μία ακόμη υποχώρηση»;
Το αν «καλώς υπήρξε» το παράλληλο πρόγραμμα είναι ηλίου φαεινότερο κ. Παπαδόπουλε. Τόσο η ύπαρξη όσο και η υλοποίηση του αποτελεί αδιαπραγμάτευτη θέση της Ελληνικής Κυβέρνησης. Όπως δε πρόσφατα δήλωσε και ο υπουργός Μεταφορών, Υποδομών και Δικτύων Χρήστος Σπίρτζης: «το παράλληλο πρόγραμμα θα επανέλθει και θα υλοποιηθεί, προκειμένου να βγούμε από την κρίση». Η προσωρινή απόσυρση του, επειδή περί αυτού ο λόγος, είναι ένα θέμα που επιδέχεται ευρείας και διεξοδικής συζήτησης όχι τόσο για αυτή καθαυτή την ενέργεια της απόσυρσης του, όσο περισσότερο, κατά την προσωπική μου άποψη, για τους λόγους που οδήγησαν στην ύπαρξη τέτοιου όγκου αντιδράσεων από την πλευρά των δανειστών. Σε κάθε περίπτωση πάντως, διερωτώμαι για το ποια θα ήταν η έκβαση της αρχικής προσπάθειας της Κυβέρνησης εάν η αντιπολίτευση δεν είχε τηρήσει τη συγκεκριμένη αρνητική στάση που όλοι γνωρίζουμε. Σχετικά με το μέλλον; Θεωρώ ότι εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος θα αρχίσει η, έστω και σταδιακή, υλοποίηση όλων εκείνων των μέτρων που συνιστούν το «παράλληλο πρόγραμμα», μέτρων τα οποία δεν είναι τίποτε περισσότερο από μία σειρά άμεσων παρεμβάσεων υπέρ της δοκιμαζόμενης επί σειρά ετών ελληνικής κοινωνίας.
Πώς είδατε την εκλογή του Κ. Μητσοτάκη στη Ν.Δ.; Περιείχε κάποιο μήνυμα η συνάντηση του Πρωθυπουργού Αλ. Τσίπρα μαζί του;
Προσωπικά κ. Παπαδόπουλε, δεν επιθυμώ να ασχολούμαι με τα εσωκομματικά άλλων παρατάξεων. Η συγκεκριμένη εκλογή ήταν μία καθαρά εσωτερική υπόθεση των μελών της Ν.Δ. και ως τέτοια την αντιμετωπίζω. Εφόσον όμως θέσατε το συγκεκριμένο ζήτημα, θα σας παραθέσω σειρά προβληματισμών μου. Δεν μπορώ να παραβλέψω τις άκρως νεοφιλελεύθερες απόψεις του Κ. Μητσοτάκη για σειρά θεμάτων, ούτε να αψηφήσω την πολιτική που είχε ασκήσει στο παρελθόν από τη θέση του στο Υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης. Όπως επίσης δεν μπορώ να μην προβώ σε αρνητικές εκτιμήσεις για το τι δύναται να σημαίνει η εκλογή στην ηγεσία του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης ενός ακραίου εκφραστή του νεοφιλελεύθερου μπλοκ, στις εξελίξεις στο πολιτικό τοπίο της χώρας, στη γενικότερη στάση της αντιπολίτευσης, καθώς και στη συμπεριφορά των δανειστών αλλά και των ντόπιων και ξένων συμφερόντων που αντιπαλεύονται με κάθε πρόσφορο μέσο την Ελληνική Κυβέρνηση και τον ΣΥΡΙΖΑ. Όπως τέλος, δεν μπορώ να μείνω αδιάφορος στη στήριξη της συγκεκριμένης εκλογής από κάποιον με απόψεις και θέσεις σαν αυτές του Άδωνη Γεωργιάδη. Αναφορικά με το δεύτερο σκέλος της ερώτησης σας. Προφανώς, ευρύτερες συνεννοήσεις και ενδεχομένως και συγκλίσεις είναι επιθυμητές – ποτέ δεν το έχουμε αρνηθεί, τουναντίον – πολύ περισσότερο δε όταν εδώ και καιρό το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης κινείται στο χώρο της στείρας αντιπαράθεσης στηρίζοντας την αντιπολιτευτική του τακτική αποκλειστικά στην εναντίωση απέναντι στην οποιαδήποτε ενέργεια ή πρόταση της Κυβέρνησης χωρίς, και το τονίζω αυτό, τη διατύπωση καμίας ουσιαστικής εναλλακτικής λύσης. Μερίδα του τύπου βέβαια βλέπει τη συγκεκριμένη συνάντηση ως καθαρά εθιμοτυπικού χαρακτήρα. Πολύ σύντομα θα διαπιστώσουμε το τι τελικά ισχύει. Από μέρους μας, τουλάχιστον, διάθεση υπάρχει.
Οι αγρότες είναι ανάστατοι, ζείτε σε μία αγροτική περιοχή και λαμβάνεται το κλίμα. Πώς θα βρεθεί συνεννόηση με όσα ζητούν; Τι πιστεύετε ότι θα γίνει;
κ. Παπαδόπουλε, όσο σημαντικό και κρίσιμο είναι η επίλυση του ασφαλιστικού ζητήματος στο οποίο αναφέρθηκα προηγουμένως, άλλα τόσο καίρια είναι, όχι μόνο για την περιοχή μας, αλλά και για το μέλλον της χώρας, η αντιμετώπιση των σημαντικότατων προβλημάτων στο χώρο της πρωτογενούς παραγωγής. Δυστυχώς, συγκεκριμένες πολιτικές των τελευταίων τριάντα τουλάχιστον ετών οδήγησαν στη σταδιακή συρρίκνωση τόσο της αγροτοκτηνοτροφίας όσο και του εισοδήματος των απασχολουμένων σε αυτή. Η απουσία στοιχειώδους εθνικού σχεδιασμού και η παθητική προσαρμογή των πολιτικών σε νεοφιλελεύθερες πρακτικές σε συνδυασμό με τις ευρύτερες επιπτώσεις των μνημονιακών μέτρων των προηγούμενων κυβερνήσεων, οδήγησαν την πλειοψηφία των αγροτών και κτηνοτρόφων μας σε οικονομική δυσπραγία έως και μαρασμό. Σίγουρα υπάρχει έντονος προβληματισμός, υπάρχει αγωνία για το αύριο. Πέραν αυτών όμως, εκλαμβάνω, με εξαίρεση μεμονωμένες φωνές, και την ύπαρξη διάθεσης για ειλικρινή διάλογο και συνεννόηση. Διακρίνω βέβαια σε ορισμένες περιπτώσεις μία έλλειψη πληροφόρησης, προς αντιμετώπιση της οποίας κινούνται στοχευμένα και δυναμικά πλέον το αρμόδιο Υπουργείο καθώς και λοιπά κυβερνητικά και κομματικά στελέχη, αλλά δεν μπορώ να αψηφήσω και την ύπαρξη στοχευμένων προσπαθειών παραπληροφόρησης για τους σκοπούς και στόχους της Κυβέρνησης, για το πώς αυτή θα κινηθεί προς τη στήριξη των αγροτών μας βραχυπρόθεσμα αλλά και μακροπρόθεσμα. Υπάρχουν σειρά θεμάτων τα οποία τελούν υπό διερεύνηση, ήδη εκδηλώνονται σημαντικές προσπάθειες της Κυβέρνησης για μία ριζική αναδιαμόρφωση του τοπίου με απαρχή το νομοσχέδιο για τις συνεταιριστικές οργανώσεις και το νέο Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης. Ζητούμενο κ. Παπαδόπουλε, και αυτό θα φανεί σύντομα κατά την προσωπική μου εκτίμηση, δεν είναι μόνο το αν και ποια από τα μέτρα στα οποία εναντιώνονται οι αγρότες μας τελικά ληφθούν, ποιες συμφωνίες και ποιοι συμβιβασμοί θα γίνουν. Το πραγματικό ζητούμενο για το παρόν αλλά κυρίως για το μέλλον τόσο των αγροτών όσο και της χώρας στο βαθμό της ιδιαίτερης σπουδαιότητας και σημασίας που ως Κυβέρνηση αλλά και ως ΣΥΡΙΖΑ δίνουμε στον πρωτογενή τομέα, είναι το ποιες κινήσεις θα συντελεστούν για την αναζωογόνηση του χώρου προς κοινό όφελος όλων. Προσωπικά πιστεύω ότι θα βρεθεί κοινή δίοδος επικοινωνίας που θα οδηγήσει σε μία αρχική συμβιβαστική λύση αναφορικά με τα τρέχοντα προβλήματα των αγροτών, μία λύση που όμως θα αποτελέσει και την απαρχή μιας καινούργιας εποχής για το χώρο.
Έχετε αναλάβει μία θέση ευθύνης, αυτή του Συντονιστή, ιδιαίτερης ευθύνης και βαρύτητας. Πώς νιώθετε γι’ αυτό, πως θα διαχειριστείτε πρόσωπα και πράγματα;
Γνώριζα εξ αρχής τις ιδιαιτερότητες και δυσκολίες και όπως αναφέρετε χαρακτηριστικά, την ευθύνη και βαρύτητα της συγκεκριμένης θέσης, πολύ περισσότερο δε τώρα που η Κυβέρνηση δίνει έναν ιδιαίτερα δύσκολο και πολυμέτωπο αγώνα για την έξοδο της χώρας από την κρίση. Τώρα που σε κομματικό επίπεδο οδεύουμε στη διενέργεια Συνεδρίου, ενός Συνεδρίου επικαιροποίησης της στρατηγικής και της ταυτότητάς του Κόμματος υπό τις νέες συνθήκες με το βλέμμα πάντα στραμμένο προς την Κοινωνία αλλά και την Ευρώπη. Στους τρεισήμισι μήνες που βρίσκομαι στη θέση του συντονιστή της Οργάνωσης Μελών του ΣΥΡΙΖΑ στα Γιαννιτσά, επιτεύχθηκε ήδη σε επίπεδο τοπικής οργάνωσης η σημαντική αύξηση των μελών της. Η μεγάλη ευθύνη πλέον όλων μας, και προφανώς κατά κύριο λόγο δική μου, είναι ο εναγκαλισμός των νέων μελλών καθώς και η ουσιαστική δραστηριοποίηση του μεγαλύτερου δυνατού πλήθους συντροφισσών και συντρόφων. Ταυτόχρονα με το δρόμο προς το Συνέδριο, σημαντική είναι και η ευθύνη στήριξης αλλά και κριτικής, εάν αυτό χρειάζεται και στο βαθμό που μία τοπική κομματική οργάνωση μπορεί, των κυβερνητικών ενεργειών, καθώς και η ταυτόχρονη ενημέρωση μέσω κατάλληλων δράσεων και ενεργειών των συμπολιτών μας. Όπως εξίσου σημαντικός είναι ο ρόλος όλων μας, και εμού προσωπικά, ως διαμεσολαβητών με σκοπό την κοινοποίηση προς τα ανώτερα κομματικά κλιμάκια και τα κυβερνητικά στελέχη των προβληματισμών και των αντιδράσεων του κόσμου απέναντι στις προθέσεις και τα μέτρα της Κυβέρνησης. Αναφορικά με το τελευταίο σκέλος της ερώτησης σας, πάγια θέση και στάση μου για τη διαχείριση προσώπων και καταστάσεων, όπως χαρακτηριστικά ρωτάτε, είναι η διατήρηση ίσων αποστάσεων, η τήρηση ισορροπιών, και η υιοθέτηση ήπιων, κατά το μέτρο του δυνατού, τόνων με σκοπό την αποφυγή διενέξεων και προστριβών που μπορεί να δράσουν αποδομητικά στη λειτουργία και αποτελεσματικότητα της Οργάνωσης. Οφείλουμε όλοι ομαδικά αλλά και ο καθένας ατομικά στο βαθμό που του αναλογεί, να εργαστούμε προς την κατεύθυνση της ενότητας αλλά και της διασφάλισης εκείνων των συνθηκών που θα μας επιτρέψουν να ανταπεξέλθουμε επαρκώς στις νέες συγκυρίες έχοντας ως μέλημα μας τη δημιουργία ενός Κόμματος σε αντιστοίχιση με την εκλογική και κοινωνική του βάση. Ενός Κόμματος ανοιχτού στην Κοινωνία, ενός Κόμματος σε επαφή με τα κυβερνητικά στελέχη αλλά με εκείνο το βαθμό αυτονομίας που θα του επιτρέπει να μπορεί να ελέγχει, να κριτικάρει, και να διορθώνει την Κυβέρνηση με κύριο γνώμονα το όφελος του Ελληνικού λαού.